- Τσόρτσιλ, σερ Ουίνστον Λέοναρντ Σπένσερ
- (Churchill, Οξφόρδη 1874 – Λονδίνο 1965). Άγγλος πολιτικός. Γιος του λόρδου Ράντολφ, τριτότοκου του δούκα του Μάρλμπορο, άρχισε τις σπουδές του στο Χάροου και τις συνέχισε στη στρατιωτική σχολή του Σάντχερστ, απ’ όπου βγήκε το 1895 αξιωματικός του ιππικού. Πολέμησε ως εθελοντής στην Κούβα, έπειτα στην Ινδία και στο Σουδάν. Στη Νότιο Αφρική –όπου βρισκόταν ως πολεμικός ανταποκριτής της Morning Post– τον συνέλαβαν αιχμάλωτο οι Μπόερς, αλλά κατόρθωσε να δραπετεύσει. Μετά την επιστροφή του στην Αγγλία προσχώρησε στο συντηρητικό κόμμα και το 1900 εξελέγη βουλευτής, αποκαλύπτοντας, από τις πρώτες παρεμβάσεις του στη Βουλή των Κοινοτήτων, εξαιρετικές ρητορικές ικανότητες και μεγάλη σταθερότητα στην υπεράσπιση των θέσεών του. Το πρώτο κυβερνητικό αξίωμα του προσφέρθηκε από τη φιλεύθερη κυβέρνηση Κάμπελ-Μπάνερμαν (1905-8) στην οποία έγινε υφυπουργός Αποικιών. Αλλά στην επόμενη φιλελεύθερη κυβέρνηση (1908-15) ο Άσκουιθ τον διόρισε διαδοχικά υπουργό Εμπορίου, Εσωτερικών και το 1911 Ναυτικών. Στο υπουργείο αυτό, όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες με τη Γερμανία (1914), οργάνωσε τις επιχειρήσεις της Αμβέρσας και των Δαρδανελίων, καθώς και τον πόλεμο κατά των γερμανικών ναυτικών δυνάμεων, ο οποίος σε λιγότερο από έναν χρόνο ανάγκασε τα δύο γερμανικά καταδρομικά Goeben και Breslau να καταφύγουν στην Κωνσταντινούπολη (Αύγουστος 1914) και οδήγησε στην καταστροφή της μοίρας του ναυάρχου Μαξιμίλιαν φον Σπέε (ναυμαχία των νήσων Φόλκλαντ – Δεκέμβριος 1914) και στην καταβύθιση των πειρατικών καταδρομικών Emden, Dresden και Konigsberg. Η αγγλική ναυτική επιτυχία ήταν τόσο γρήγορη και πλήρης, που έκλεισε ουσιαστικά τις θάλασσες στα γερμανικά πλοία, βοηθώντας στον ναυτικό αποκλεισμό των κεντρικών αυτοκρατοριών.
Το 1915 αποχώρησε από την κυβέρνηση και με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη πήγε στο γαλλικό μέτωπο, όπου έμεινε μέχρι το 1916, όταν ο Λόιντ Τζορτζ τού ανέθεσε πρώτα το υπουργείο Πολεμοφοδίων και κατόπιν των Στρατιωτικών και της Αεροπορίας. Μετά την ήττα του στις εκλογές του 1922, ξαναπαρουσιάστηκε στην πολιτική σκηνή το 1924 και έγινε μέλος της συντηρητικής κυβέρνησης Μπόλντουιν (1924-29) ως υπουργός Οικονομικών. Αλλά το 1929 οι εκλογές έφεραν στην εξουσία τους Εργατικούς (κυβερνήσεις Μακ Ντόναλντ: 1929-31, 1931-35), τις οποίες ακολούθησαν οι εθνικές κυβερνήσεις Μπόλντουιν (1935-37) και Νέβιλ Τσάμπερλεν (1937-40). Φανατικός αντίπαλος των Εργατικών, εχθρός της πολιτικής του κατευνασμού απέναντι στο φασισμό και στον ναζισμό την οποία ακολουθούσαν ο Μπόλντουιν και ο Τσάμπερλεν, ο Τ. έμεινε για δέκα ολόκληρα χρόνια στην αντιπολίτευση, διαφωνώντας συχνά και με το ίδιο το κόμμα του, υποστηρίζοντας με ισχυρά επιχειρήματα και οξύτατη πολεμική, σε λόγους και άρθρα, την πολιτική γραμμή του, που βασιζόταν στην κοινοβουλευτική και φιλελεύθερη δημοκρατία και αρνούμενος κάθε συμβιβασμό με τις δικτατορικές και τις σοσιαλιστικές ιδεολογίες. Στα χρόνια αυτά ανέπτυξε και αξιόλογη ιστοριογραφική δραστηριότητα. Έγραψε τα εξής: Η παγκόσμια κρίση του 1916-18, Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου (1930), και Μάρλμπορο (1932-38)· η δράση του αυτή αποκάλυψε έναν συγγραφέα με σπάνιες αρετές, που παρουσίαζε εξαιρετικό ενδιαφέρον για την οξύτατη έρευνα των γεγονότων και τη διορατικότητα του πολιτικού του ενστίκτου. Από το 1937 κι έπειτα εξέφρασε με δυναμισμό στη Βουλή των Κοινοτήτων την αντίθεσή του στην πολιτική των υποχωρήσεων απέναντι στις χιτλερικές αξιώσεις αναλύοντας με διορατικότητα τους σοβαρούς κινδύνους ωσότου τα γεγονότα απέδειξαν πόσο ορθές ήταν οι απόψεις του. Τον Σεπτέμβριο του 1939 προσκλήθηκε να διευθύνει το Ναυαρχείο (υπουργείο Ναυτικών) και κατόρθωσε να εξουδετερώσει την προηγούμενη απάθεια και σιγά σιγά να προκαλέσει τον ενθουσιασμό του βρετανικού λαού για έναν πόλεμο που προηγουμένως χαρακτηριζόταν «ανώφελος». Το 1940 διαδέχθηκε τον Νέβιλ Τσάμπερλεν στην αρχηγία μιας κυβέρνησης συνασπισμού και ανέλαβε την πρωτοβουλία να ενισχύσει στο εσωτερικό το πνεύμα της αντίστασης, παρά τις δυσάρεστες εξελίξεις των πρώτων μηνών του πολέμου, και στο εξωτερικό να προκαλέσει την επέμβαση των ΗΠΑ στον πόλεμο και να πετύχει τη συμμαχία της πρώην ΕΣΣΔ. Η δραστηριότητά του στα χρόνια του πολέμου ήταν εκπληκτική: ταξίδια, συναντήσεις, σχέδια, εναλλάσσονταν με δύσκολες συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου, με συσκέψεις με τους αρχηγούς των ενόπλων δυνάμεων. Δεν υπήρξε γεγονός στο οποίο να μην ήταν ο πρωταγωνιστής. Η μεγάλη ρητορική τέχνη του και η ίδια η φυσική του εμφάνιση συγκινούσαν την κοινή γνώμη (και όχι μόνο στη Μεγάλη Βρετανία), τόσο ώστε να μην μπορεί κανείς να ξεχωρίσει την προσωπικότητά του από την τελική ήττα του ναζισμού και του φασισμού. Ακόμα κι αν μερικές στρατηγικές θέσεις του (απόβαση στα Βαλκάνια αντί της Νορμανδίας, παράδοση χωρίς όρους κλπ.) φαίνονται συζητήσιμες, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για τον συχνά αποφασιστικό ρόλο που έπαιξε στον συντονισμό της συμμαχικής στρατηγικής, που δικαιώθηκε προπάντων από τις διασκέψεις της Τεχεράνης (Νοέμβριος 1943) και της Γιάλτας (Φεβρουάριος 1945).
Οι λιγότερες όμως ικανότητές του στην κατανόηση των εσωτερικών προβλημάτων της χώρας του και η αδυναμία του στην κατανόηση των κοινωνικών αιτημάτων ήταν η αιτία που προκάλεσε την ήττα του στις εκλογές του 1945. Αρχηγός της αντιπολίτευσης κατά την περίοδο των δύο εργατικών κυβερνήσεων του Άτλι (1945-50, 1950-51) υποστήριξε μια αδιάλλακτη πολιτική απέναντι στην ΕΣΣΔ και στην ευρωπαϊκή ένωση (λόγος του Φούλτον, 1946). Όταν όμως ξαναπήρε την ηγεσία της κυβέρνησης το 1951, ενώ στο εσωτερικό άφησε άθικτες τις περισσότερες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που είχαν πραγματοποιήσει οι Εργατικοί, η εξωτερική πολιτική του έτεινε στη χαλάρωση του κλίματος του ψυχρού πολέμου μεταξύ των δύο συνασπισμών (ΗΠΑ και ΕΣΣΔ), στη δημιουργία του οποίου ο ίδιος είχε συμβάλει, κρατώντας ανεξάρτητη γραμμή απέναντι στην Αμερική και συχνά ελαστική απέναντι στη Μόσχα. Οι θέσης του, στηριζόμενες στη ρεαλιστική αναγνώριση των ζωνών επιρροής, συγκέντρωσαν πάλι σ’ αυτόν τις ελπίδες της ειρήνης. Το 1955, όταν άρχισε η φάση εκείνη της χαλάρωσης της έντασης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, πράγμα που ο ίδιος είχε επιδιώξει για τέσσερα χρόνια, εγκατέλειψε μόνος του την κυβέρνηση. Το 1953 τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ της λογοτεχνίας για το πεντάτομο έργο του Ο B’ Παγκόσμιος πόλεμος, που δημοσιεύθηκε από το 1948 έως το 1951.
Δεν υπήρξε γεγονός του Β΄ Παγκόσμιου πόλεμου, στο οποίο να μην πρωταγωνίστησε ο Τσόρτσιλ: η προσωπικότητα τον συνδέεται με την ήττα του ναζισμού και του φασισμού.
Dictionary of Greek. 2013.